«Η ευθυκρισία θα ορίσει τη μελλοντική μας δύναμη» • Ο ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ ΓΙΑΝΝΗΣ ΦΙΛΙΠΠΙΔΗΣ ΣΤΗΝ «ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ» (Λάρισα): ΕΠΕΙΔΗ ΟΙ ΣΤΟΧΟΙ ΜΑΣ ΘΑΜΠΩΣΑΝ...


• «Μεταπολεμικά, οι φωτεινοί άνθρωποι στη χώρα μας, πήραν την ιστορία από την αρχή, ανέλαβαν την πρωτοβουλία να γράψουν το καινούργιο της βιβλίο. Ας το κάνουμε κι εμείς

Δευτέρα, 11 Ιουνίου 2012
           
1. Πόσο μπορεί να επηρεάσει τη μετέπειτα ενήλικη ζωή μια δύσκολη παιδική ηλικία όπως αυτή της ηρωίδας σας;
Καθοριστικά, έχω την αίσθηση. Η Βασιλική γεννιέται σε μια τρικυμιώδη εποχή, που τη χαρακτηρίζει η φωτιά. Η φλόγα αλίμονο, άλλοτε εκκινεί τον ίδιο τον ανθρώπινο πολιτισμό, άλλοτε πάλι παράγει μονάχα στάχτες. Ένα κορίτσι, που θα χρειαστεί να περπατήσει έναν ολόκληρο πόλεμο με τρεμάμενα συχνά χείλη, αλλ’ ανυπόταχτο βλέμμα, θα βρεθεί αντιμέτωπη νωρίς με τη ζωή και τις αλήθειες της. Τα ενδεχόμενα ορθάνοιχτα, ευλογία και διδαχή ή
ή καταστροφή; Η Βασιλική όμως είναι από κράμα ανθρώπου, που δε βάλλεται εύκολα από τον πόνο, την απώλεια ή την αναποδιά. Θα σηκώσει μανίκια και θα παλέψει για κάθε όνειρό της ξεχωριστά. Ίσως έτσι μονάχα, θα ‘ναι άξια η ανταμοιβή, που θα της δώσει ο χρόνος· κι ο αγώνας της.

2. Παιδιά που έχασαν νωρίς τους γονείς τους έχουν άλλη κοινωνική συμπεριφορά;
Σίγουρα διαφέρουν. Αναγκάζονται από τις συνθήκες να ωριμάσουν σε χρόνο, που δεν επιλέγουν, αυτό τα δυναμώνει –σαν πεντάρφανο παιδί στα 42 του, μιλάω- αλά τα κάνει ευάλωτα, τρωτά συναισθηματικά τις περισσότερες φορές. Εκλείπει ο προστάτης, η ζεστή αγκαλιά, η προσφυγή στα δύσκολα. Ο αποχαιρετισμός των γονιών σε κάνει να περπατάς πιο στέρεα στη γη, αλλά δεν αναπληρώνεται από καμιά άλλη σχέση, όσο κι αν ασυνείδητα το επιδιώξουμε.

3. Ο συναισθηματικός μας κόσμος πόσο ευάλωτος είναι, τραυματίζεται και δεν επουλώνει τις πληγές του;
Το θυμικό μας, δεν έχει να κάνει μονάχα με τα γεγονότα στη ροή του χρόνου, δεν καρπώνεται μονάχα την πληγή, που ψυχικά μπορεί να δείχνει γιατρεμένη. Αυτό κατά την κρίση μου, δε συμβαίνει ποτέ. Ξεμένουν τα σημάδια, όταν η οπτική μας για τον κόσμο, δεν είναι επιδερμική. Μόνη μας εναλλακτική στο τραύμα, είναι να το διαχειριστούμε προς όφελός μας, αυτό απαιτεί συνείδηση και συγκρότηση, αλλά εφικτό είναι, αρκεί να μην αποτελεί βασική μας θέση η παραίτηση στο μοιραίο.

4. Η Βασιλική πάλεψε όσο μπορούσε τη ζωή της, ή ακολούθησε το ποτάμι της και όπου την έβγαζε;
Ίσως να την πήρε αναπόφευκτα με την ορμή της εποχής του, ίσως πάλι και να ‘πεσε με δική της απόφαση ν’ αγωνιστεί. Θ’ απαξιώσει οριστικά τις απατηλές κοινωνικές συμβάσεις, δεν αντέχει να αντικρίσει στιγμή μια ψεύτρα στον καθρέφτη της. Το ποτάμι δε θα την παρασύρει, θα σταθεί απλά το μέσο για την ωρίμανση.

5.  Τελικά το να ζούμε με το παρελθόν είναι θετικό υπόβαθρο ζωής;
Μηρυκάζοντας μνήμες δεν θα επιβιώναμε για πολύ, συμβαίνει ωστόσο αναπόφευκτα όταν ο άνθρωπος μεγαλώνει, παροπλίζεται μ’ έναν τρόπο, έχει στην καλύτερη περίπτωση ελεύθερο χρόνο να θυμηθεί συχνότερα. Όταν αυτό συμβαίνει σε ηλικίες ικανές κι άξιες για δράση, μπορεί ν’ αναστείλει κυριολεκτικά το μέλλον, αν δεν είναι σαφείς μέσα μας οι στόχοι, οι επιθυμίες μας, η βούληση. Το παρελθόν ωστόσο, αποτελεί έτσι κι αλλιώς το έρμα μας για κάθε μελλοντική απόφαση. Αντί για τέλμα, μπορεί να σταθεί κι ο υπέρτατος σ’ εμπιστοσύνη προσωπικός μας σύμβουλος.

6. Πόσες γυναίκες ζουν μόνο και μόνο από μια μυρωδιά στα σεντόνια τους;
Οι γυναίκες που γεννούν, ομορφαίνουν και δίνουν ορισμό στην έννοια συναίσθημα σ ό,τι ανασαίνει γύρω μας, ζουν τακτικά με μυρωδιές προσώπων, που περνάνε μέσα από τις πιο προσωπικές τους στιγμές. Ο χώρος που κοιμόμαστε στην ψυχιατρική παραπέμπει συνειρμικά στην ερωτική μας σχέση ή ό,τι αντιλαμβανόμαστε σαν οικογένεια, ολοκληρωτικά στην περίπτωση της Βασιλικής οικογένεια αποτελεί ένα μονάχα πρόσωπο, ο απόλυτος αγαπημένος. Κι η μυρωδιά του μένει πλάι της σα παρουσία αληθινά ιερή, γιατί η μνήμη του, θα τη στηρίξει ακόμα και στα χρόνια της αβάσταχτης μοναξιάς.

7. Είναι νοσηρό αυτό;
Η  Βασιλική έχει απόλυτη συνείδηση του πόσο ευτυχισμένα έζησε, η μνήμη την καθιστά πλήρη, η ζωή δε στάθηκε αχάριστη τελικά μαζί της κι έχει επίγνωση των ευτυχισμένων και φωτεινών στιγμών της, χορτασμένη συναισθηματικά τη βρίσκουμε από την πρώτη κιόλας φράση του βιβλίου κι ως την τελευταία του.

8. Η φιγούρα της μάνας μας σε κάποια φάση της ζωής μας μπορεί να μας καθοδηγήσει;
Η μάνα μέσα μας αποτελεί το απόλυτο σύμβολο, είναι ο ορισμός της δημιουργίας, ο πρώτος άνθρωπος που καταγράφεται συνειδησιακά σα φωνή εντός μας. Εύκολα «ακούμε» τη φωνή της, είναι ο φυσικός μας οδηγός, ακόμα κι αν το ρήμα που χρησιμοποιώ έχει ανάγκη εισαγωγικών, αφού ο χρόνος κλέβει έναν-έναν τους πιο σημαντικούς ανθρώπους-φάρους μας.  Έχασα τη δική μου πριν από μερικά χρόνια κι είχε αποτελέσει για μένα χρέη απόλυτου γονιού, ο πατέρας είχε φύγει πολύ νωρίτερα. Η επαφή δε χάθηκε, ακόμα κι αν έλειψα από κοντά της τα είκοσι κοινά μας τελευταία χρόνια. Όταν έφυγε, ο ορισμός «μάνα» έλιωσε στο συντρίμμι  του πένθους της. Χρειαστήκαν χρόνια θρήνου, ώσπου να καταλάβω μαγικά σχεδόν ένα δύσκολο για μένα πρωινό, ότι η μάνα-Αλεξάνδρα μου, όχι απλά δεν έλειψε στιγμή από κοντά μου, αλλά ξανάγινε το κορίτσι Αλεξάνδρα, η φίλη, ο δικός μου παντοτινός τρυφερός άγγελος.

9. Η παλιότερη γενιά ίσως γιατί έζησε πολέμους και εμφυλίους μεταπολίτευση και δύσκολες συνθήκες είχε μόνιμη κουρασμένη έκφραση. Μήπως λόγω κρίσης ακολουθούμε την ίδια πορεία;
Είναι χειρότερη η εκτίμηση μου, μολονότι δε παύω να ελπίζω. Ρουφήξαμε ωστόσο δυο δεκαετίες τώρα μια παραισθησιογόνα σούπα από πολιτισμό που αναφερόταν μονάχα σε χρηματικά ποσά, άνοδο κοινωνική, απατηλά ή ανέφικτα σχέδια που στρέξαμε σα φυσιολογικά. Οι νεότεροι είναι τώρα πιο άκοποι, αλλά πιο απελπισμένοι από μας, συναντώ καθημερινά νέα παιδιά με όρεξη, δύναμη και ταλέντα. Θάμπωσαν όμως μέσα μας οι στόχοι κι είναι το πιο επικίνδυνο: γιατί αν δε κοιτάς εκεί που θες να πας, κινδυνεύεις να πας εκεί ακριβώς που κοιτάς, λέω μέσα μου κι επανέρχομαι στη δράση. Μεταπολεμικά, οι φωτεινοί άνθρωποι στη χώρα μας, πήραν την ιστορία από την αρχή, ανέλαβαν την πρωτοβουλία να γράψουν το καινούργιο της βιβλίο. Ας το κάνουμε και μεις. Η ευθυκρισία θα ορίσει το μέγεθος της μελλοντικής μας δύναμης.

10. Οι οίκοι ανοχής του τότε έχουν σχέση με το σήμερα;
Ούτε που θα το σκεφτόμουν, η βία έχει επεκταθεί γύρω μας και μέσα μας. Η ζωή στις πόλεις και τα ύποπτα σημεία της έχει πάρει διάσταση αγριότητας. Οι μεταπολεμικές πόρνες συχνά ήταν εξαναγκασμένες, ν’ αλλάξουν ιδιαίτερη πατρίδα, όνομα, παρελθόν. Συχνά η ίδια η κοινωνία τις ευτέλιζε, τις χαρακτήριζε –συνέπεφταν τα ανάλογα γεγονότα- πολύ πριν αποκτήσουν βιβλιάριο υγείας κι άδεια εξασκήσεως. Αλλά δεν ήρθανε ποτέ τους μέσα σε τρέιλερ ανάμεσα σε ζώα ή εμπορεύματα, δεν πέρασαν χιονισμένες χαράδρες και σύνορα με την απεγνωσμένη ευχή της μελλοντικής τους επιβίωσης, δε δέθηκαν με αφρικανικά βουντού για κάτι κέρματα ευρώ μ’ εγκλωβισμένα τα χέρια σε χρόνιες χειροπέδες. Στάθηκα τυχερός και γνώρισα τέτοιες παλιές γυναίκες. Που σταθηκαν χειραφετημένες μπροστά προς όφελος οικογενειών, παιδιών ή προσωπικών ονείρων. Η πορνεία της εποχής αλίμονο, υποβιβάζει τα κορίτσια σε προϊόντα αναλώσιμα, που χρησιμοποιούμε και πετάμε. Σκληρό ίσως ν’ ακούγεται, αλλά η ελληνική γλώσσα έχει τη δύναμη να είναι ακριβής με τις πιο απλές λέξεις.

11. Η ηρωίδα σας ακολούθησε τυχαία θέατρο κινηματογράφο, γενικά όποια πρόταση της άρεσε, είναι αυτό το επάγγελμα τόσο ευκαιριακό και σήμερα;
Συμβαίνει να ‘χω εικόνα και καριέρα επί προσωπικού κι οφείλω να σταθώ ειλικρινέστερος από ποτέ: το θέατρο σαν επάγγελμα, εξακολουθεί στην Ελλάδα να ‘ναι το ίδιο ευκαιριακό ή ουσιαστικά γενόμενο, όπως κι Ο,ΤΙ άλλο συμβαίνει σε ελλαδικό χωροχρόνο. Για τη Βασιλική στάθηκε απλά το όχημα, όπως συμβαίνει και σε επαγγελματίες ηθοποιούς, το βίωσα επί προσωπικού σα Γιάννης και πάλεψα να αποδώσω τις σωστές αποστάσεις. Γιατί ποτέ το επάγγελμα στη ζωή ενός ανθρώπου δεν πρωταγωνιστεί, ακόμα κι αν μιλάμε για το πιο λαμπερό αστέρι στ’ αντικείμενό του. Η ζωή είναι αυτή που ανακτά κι επανακτά κάθε στιγμή, το δικαίωμα ν’ αποφασίζει. Κι αυτή, δεν εντυπωσιάζεται από σελιλόιντ γκροπλάν κι ευκαιριακή φήμη. Θ’ αρκούσε στ’ αλήθεια μια τόσο μονόπλευρη ευτυχία;

12. Στη ζωή μας πρέπει να οριοθετούμε τον εαυτό μας με τις αγάπες μας τις κατάρες τους συμμάχους και τους εχθρούς μας;
Οφείλουμε να επιδείξουμε εσωτερική συγκρότηση. Συχνά δε καταφέρνουμε να δούμε ή ν’ αντιμετωπίσουμε όσα δεν αντέχουμε. Αν είμαστε άξιοι να δούμε το σκοτεινό, να συγκρατηθούμε στο ενδεχόμενο μιας αγωνίας ή ενός φόβου, αν αφεθούμε συναισθηματικά κι επενδύσουμε στο ανθρώπινο κομμάτι μας, τότε και μόνο τότε, θα σταθούμε ευλογημένοι να μπορούμε να εκτιμήσουμε το φως. Η συνείδηση των ευτυχισμένων στιγμών μας, μας προικίζει επάρκεια ψυχική. Το να πετυχαίνουμε τη σωστή διαλογή φίλων, εχθρών μπορεί ν’ ακούγεται ακόμα και ρατσισμός στη συμπεριφορά μας. Αλλά είναι παράλληλα η επένδυση στο καλό κι η προστασία από το κακό, όποιαν  έκταση κι αν παίρνουν αυτά, μέσα μας.

13. Τι  γοητεία ασκεί επάνω σας η Ελλάδα του 50-60;
Απόλυτη. Μεγαλώνω βλέπετε· κι έχοντας το συμπαντικό πλεονέκτημα να ‘χω έναν πατέρα που μου πέταγε διακριτικά στο πάτωμα, επιλεγμένα τετρασέλιδα από εφημερίδες της δεκαετίας του ’70 τόσο, έμαθα ν’ αγαπώ εκείνη την πιο ρομαντική εποχή, που οι άνθρωποι ήταν λιγότερο λερωμένοι από αριθμούς και καθημερινή μικρολογιστική τρεχόντων χρεών. Αλλά δε στάθηκα ποτέ μου νοσταλγός παρελθόντων μεγαλείων. Γιατί η ζωή εξελίσσεται, προσαρμόζεται, ανασαίνει, υποβιβάζεται ή προοδεύει, χαίρεται ή αναστενάζει κάθε στιγμή κι εποχή. Κι αυτό, λίγα χρόνια μετά, θα καταγράφεται με το ίδιο ρομαντικό πνεύμα. Έτσι συμβαίνει πάντα, να κρατάμε τα ευτυχή, ούτε το φόβο, ούτε την τρέχουσα αγωνία μας. Κι όταν αποκτήσουμε, την αναγκαία ιστορική απόσταση από την εποχή και τη συνεχή της φόρτιση, ίσως νιώσουμε, ότι και «τότε» -όπως θα ‘λέμε- αγωνιστήκαμε, όσοι είχαμε ακόμα τη δύναμη και τα ανάλογα όπλα, ν’ αλλάξουμε την εποχή, να γράψουμε νέα κεφάλαια. Η απόσταση στο χρόνο, θα προσδώσει όμοια νοσταλγία και γοητευτική εικόνα. Γιατί και σήμερα γράφουμε με τον τρόπο του ο καθένας, τη δική του ιστορία. Κι έχω τη βεβαιότητα  πως χρόνια μετά, αυτό το τρέχον φιλμ νουάρ της καταπονημένης Ελλάδας, θα ‘χει τη δυναμική του φινάλε. Αλλά δε πρέπει να ξεχάσουμε στιγμή, ότι οι σεναριογράφοι της δικής μας ζωής, είμαστε μονάχα εμείς, οι ίδιοι εμείς.