σελ. 66-67 ✏ «Ζωή με λες», Γιάννης Φιλιππίδης ✏ «Άνεμος εκδοτική»



Η πόλη αυτή • θα επιμείνω • μ’ αγαπάει • και νοιάζεται οικειοθελώς για μένα • με υπερασπίζεται στην αγκαλιά της ανωνυμίας μου • έτσι μπορώ να περπατάω ελεύθερα στις ανήσυχες διαδρομές της • ανακουφιστικά αθέατος • αυτή μου δίνει • και με ξοδεύει • με φλερτάρει και μου ζητάει • απαιτεί κι εξοικειώνεται πρώτη αυτή • αναστατώνεται από τις επιθυμίες μου • ψιθυρίζει δεικτικά • όταν οι άλλοι με προσπερνούν τους στιγματίζει • βγαίνει μαζί μου να καπνίσει κατά τα νόμιμα • ακουμπάω στον ώμο της και μου τραγουδάει εναλλακτικές διεξόδους • η πόλη μου • σαν μητριά • που έρχεται στο φιλότιμο κι αγαπάει ξένο παιδί • με παίρνει απ’ το χέρι και μου δείχνει • με πηγαίνει βόλτες όταν αναζητώ ανάσες • ν’ αντέξω ως τα επόμενα.

Κρύβεται διακριτικά τα βράδια πίσω απ’ τις κουρτίνες μου • μουρμουρίζοντας σειρήνες κι απελπισμένες βρισιές αλλοδαπές • αποσύρεται όταν κλείνω τα μάτια κι ακουμπάω στη μνήμη μου τις βιτρίνες της • στα κλειστά μου βλέφαρα παραμένει λαμπερή • η πόλη που αγαπάω και κάποτε προτίμησα • εγκαταλείπεται βρόμικη • αναστενάζει από ανακούφιση τον Αύγουστο • ανοίγει αυλαία για σεζόν • πριν φέξουνε στο μεσημέρι • τα πρώτα κίτρινα φύλλα • η πόλη μου έχει ψυχολογικά προβλήματα • ασταθή συμπεριφορά • αρτηριοσκλήρυνση κι υπέρταση • μ’ αρέσει και με πικραίνει • μ’ αφήνει μόνο τ’ απογεύματα • αλλά πιο έρημο τις νύχτες • την αγαπάω • πριν μου δώσει ν’ ανασάνω δακρυγόνα • με πηγαίνει σινεμά • τις στιγμές που επιθυμώ να διαφύγω απ’ αυτήν • ίσως κι οριστικά • αν και ξεφεύγει τελικά • εκείνο το παλιό αποστρατευμένο απ’ όλους «πώς».

Η πόλη μου με κουράζει • πιθανότατα χωρίς σκοπιμότητα • μ’ αναγκάζει σε ψέματα • ευκαιριακά ή δόλια • προικίζει πόνους το κορμί • ταλαιπωρεί • σοβαντίζει με τις παλιές μου επιθυμίες • τα καινούρια εμπορικά της μεγαθήρια • που υπόσχονται πολιτισμό σε χαμηλές τιμές • μ’ εγκλωβίζει στην κίνηση και στο σκοτάδι της • που ανά καιρούς σκορπίζεται απρόσεχτο σε γειτονιές των πιο φτωχών • η πόλη • με κάνει να ονειρεύομαι εκτός • ν’ αποθυμώ ταξίδια • να πλημμυρίζω ενοχές που δεν ελέγχω • η πόλη • παπαγαλίζει πατριδογνωσία με το βιβλίο λαθρανοιγμένο στα γόνατα • βροχερή ή ηλιόλουστη • ελληνική κι άλλοτε πάλι όσο πατάει η γάτα • ή και καθόλου • σκοτώνει τις φυλλωσιές • που δεν αντέχει στους ώμους της • κομπάζει τον παλιό καιρό • κυματίζει τσιμέντα στις λιακάδες του Απρίλη • αυτή • η πόλη μου φοράει ρούχα λερωμένα • διαλέγει απ’ τις ξένες ετικέτες φτηνά ασιατικά μακό • και εντοιχίζει με αφίσες τις παλιές θολές βιτρίνες • που πάνε για πάντα στον παράδεισο • δημοσία δαπάνη εννοείται.

Πάει στη λαϊκή η πόλη μου και διαχειρίζετ’ έξυπνα την έλλειψη • φυσάει λαχτάρες ανθρώπων που ονειρεύτηκαν • αλλά δεν στάθηκε μπορετό να πάνε ένα βήμα παρακάτω • η πόλη μυρίζει λάδια λιπαντικά • λίλιουμ κι αρώματα γαλλικά • πάντα σε υπερπροσφορά.
Η πόλη υποφέρει από ανεξέλεγκτο εκνευρισμό • και σαν κορίτσι πλανημένο ερωτικά από κούφια λόγια • αναλώνεται σ’ όσους δεν την αγάπησαν αληθινά ποτέ • αφήνει τα μουσεία να σκονίζονται • ζητιανεύει σε σπασμένα πεζοδρόμια • χρωματίζεται άτσαλα απ’ την αιθαλομίχλη • εμποδίζει τα οράματα για δικό της όφελος • είναι σταθερά επιρρεπής στην έννοια εξάρτηση • αποκρύβει τ’ αστέρια • όσο κι αν επιμένουνε αυτά να ταξιδεύουν ως εδώ από τους παλιούς καιρούς

• αναλύει πρωινές εκπομπές στα κοσμαγάπητα καφέ της • η πόλη μου ξοδεύεται ν’ αγοράσει dvd • ψηφίζει λανθασμένα • βλαστημάει τη μοναξιά • αλλά ποντάρει ακόμα στα αισθήματα • αγκαλιάζεται από μελλοντικούς φίλους • η πόλη μου • αγωνίζεται ν’ αλλάξει «καλημέρες» στην πρώτη πρωινή λιακάδα…

▶ οπισθόφυλλο:

«… Αλλά βαρέθηκα να αισιοδοξώ μονάχα τα πρωινά, που ο ήλιος λούζει τις απέναντι ταράτσες, ή τα μεσημέρια, αυτά τα ήσυχα μεσημέρια, που τον θόρυβο της πόλης απορροφούν οι κυρίαρχες εξωτερικές τοιχοποιίες κι εγώ στέκομαι θαρρείς σαστισμένος, αφενός με την ομορφιά ν' ανασαίνεις στην Ελλάδα και να 'σαι ακόμα νέος και υγιής και την ίδια στιγμή, να βουρκώνεις από αγωνία, για όσα φοβάσαι κι αργούν να 'ρθουν».

    Η πόλη θα επιμείνω σ' αγαπάει, επίτρεψέ της να κυματίζει τσιμέντα, υπερένταση και αριθμούς παραπανίσιους στις πρωινές λιακάδες του Απρίλη.
Μεγάλωσες θερίζοντας βλέμματα γελαστά, ανάμεικτα με σκέψεις και άνεμο, μα ούτ' έναν κόκκο λύπης σου δε γλίτωσες ποτέ.
      Τι αποφεύγεις να σκέφτεσαι; Φοβάσαι να διαφέρεις; Και πότε θα σιγουρευτείς, ότι αντέχεις ν' αγκαλιάζεσαι από ζούγκλα; Άλλα ζωγράφιζες για σένα.
Βάλε εικόνα. Φαντάσου μέρες, που θα ντύσουν εποχές κι ευνοϊκότερες προσωπικές στατιστικές. Οι επιλογές κι όχι οι προσευχές, είναι αυτές που ψιθυρίζουν λύσεις σκόρπιες από 'κεί που δε φαντάζεσαι.
      Φυλάς μια στάλα έγκαιρη φωνή για τα παράλογα και δύο ζάρια στα χέρια σου λευκά κι αναποφάσιστα, χωρίς πλεονέκτημα. Αλλά δεν είσαι μοναχά εσύ. Γύρνα πίσω στις λέξεις σου, ξεχώρισε το κόστος από τις υψηλές αξίες. Επικεντρώσου στα σημαντικά.

Παιχνίδια πεζογραφίας και εικόνων. 

Μια ακολουθία από αυτοτελή κείμενα για τη ζωή μας. Κρυμμένες για καιρό ερωτήσεις και απορίες, στάσεις σε γοητευτικά ενσταντανέ, μικρά καθημερινά αναθέματα, κουβέντες που διαρκούν δεκαετίες, μονόλογοι σε β΄ ενικό που ονειρεύονται να θεραπεύσουν την ανήσυχη φύση μας.
Τα κείμενα ανταμώνουν και σαγηνεύονται από τις φωτογραφίες της Ρενέ Ρεβάχ, σε μια φροντισμένη έκδοση 176 σελίδων με σκληρό εξώφυλλο, που κυκλοφορεί, σε φιλική αρχική λιανική τιμή.

> ΣΚΛΗΡΟ ΕΞΩΦΥΛΛΟ > σχήμα πεζογραφίας: 14x20,5 cm >σελ.: 176 > χαρτί σαμουά 120 γραμμαρίων εσωτερικά > λιανική τιμή από τον «Ανεμο» κι όλα τα μεγάλα βιβλιοπωλεία:13.70€ 

δείτε το σάιτ του «Ανέμου», εδώ: