Ο συγγραφέας Γιάννης Φιλιππίδης, μιλάει στον συγγραφέα Τάσο Αγγελίδη - Γκέντζο για την Kulturosupa

Ο Γιάννης Φιλιππίδης είναι ένας από τους ανθρώπους που εκτιμώ και αποδέχομαι… για όλα όσα έκανε, για αυτά που κάνει και για εκείνα τα πράγματα που έχει κατά νουν… Το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον! Θαυμάζω το κουράγιο του, την οπτική του ματιά απέναντι στο παλιό και στο καινούργιο και την όρεξη για δημιουργία! Είναι αυθόρμητος και παρορμητικός, μπορείς να τον δεις να αλλάζει διάθεση και βλέμμα, να μαλώσεις μαζί του στο λεπτό… αλλά και να σε βοηθήσει σε στιγμές που έχεις την ανάγκη του!
Αν πηγαίναμε αύριο σε ένα καφέ και σας ζητούσα να μου συστηθείτε, τι θα μου λέγατε; Ξεκινάμε λοιπόν κύριε Φιλιππίδη, αγαπητέ φίλε Γιάννη, με μια εκ βαθέων αυτοσύσταση!
Θα συστηνόμουν έχω την αίσθηση, απλά σαν ένας Γιάννης, απολύτως κουρασμένος, μαγεμένος ωστόσο ταυτόχρονα με όσα προλαβαίνει να κάνει. Και δε θα ‘ταν η πρώτη φορά, συστήνομαι τακτικά έτσι, οι επαγγελματικές ιδιότητες που μας προσδιορίζουν αλλάζουνε συχνά στόχο, μέτρο, δύναμη επίδοσης. Ο Γιάννης όμως είναι ο φταίχτης, ο δρων, ο ευτυχής ή όχι. Κι επειδή η ζωή για τον καθένα μας είναι μια το πολύ, όπως λέω συχνά, η διάθεσή μας αξίζει να ‘ρχεται μπροστά, πίσω ας μένει η αφίσα, το εξώφυλλο, η ετικέτα, έχουν μικρότερη σημασία τ’ αποτελέσματα των πράξεών μας από μας τους ίδιους.

Πως αντιμετωπίζετε στην καθημερινότητά σας το τραγικό και πώς το γελοίο;
Το τραγικό, η έννοια «δράμα» για να το διευρύνω λιγάκι είναι συνήθως αιτία έμπνευσης για μένα, γεννάει συνειρμούς, έχοντας συνηθίσει να βλέπω τη ζωή με πνεύμα και πρίσμα πεζογραφίας, που την υπερβαίνει. Το γελοίο πάλι, άλλοτε με κάνει να ξεκαρδίζομαι, άλλοτε και να θυμώνω, αν δε συμβαίνει πλάι μου σαν ευτράπελο γεγονός. Γιατί υπάρχουν στιγμές που το γελοίο έχει να κάνει με την ιδιοτέλεια, τη μεμψιμοιρία ή την κακή πίστη, σ’ αυτές  τις περιπτώσεις βρίσκει έναν Γιάννη θηρίο ανήμερο απέναντί του και κατά τη γνώμη μου, καλώς και τον ανταμώνει.

Αλήθεια… ποιο στοιχείο του χαρακτήρα σας λατρεύετε και ποιο απεχθάνεστε;
Λατρεύω κι απεχθάνομαι ταυτόχρονα τη συγκρότηση, που φέρω γενικά σα χαρακτήρας. Κι είναι αυτή που με κάνει δημιουργό, αλλά και αγχώδη• ήρεμο κι αφιερωμένο στη χαρά της ζωής ή τη συγγραφική μου ιδιότητα, ενώ άλλες φορές πάλι με μετατρέπει σε πολεμιστή,  ζώο αρπακτικό, αν πρέπει να υπερασπιστώ για παράδειγμα το δίκιο, το δικό μου ή των δημιουργών που εντάσσονται κάτω από τα φτερά του ολοδικού μας εκδοτικού λογότυπου, του «Ανέμου».
Θα ήθελα να μάθω τα πάντα για το τελευταίο σας βιβλίο !
Οι συγγραφείς συνήθως μιλάμε για το τρέχον στην αγορά βιβλίο –εγώ το ‘χω χάσει, έχοντας τέσσερα σε πρώτη κυκλοφορία αυτή την εποχή- ενώ γράφουμε το επόμενο, γι’ αυτό θα σου μιλήσω λοιπόν. Είναι η «Λουσιfair, η βασίλισσα της Κυψέλης», ένα χειρόγραφο που ολοκληρώνεται σύντομα κι εξίσου σύντομα θα κυκλοφορήσει στα βιβλιοπωλεία. Το στενό αναγνωστικό περιβάλλον μου, την περιμένει πως και τι, μιας και πρόκειται για ηρωίδα που ξυπνώ από το δεύτερό μου μυθιστόρημα, το περιώνυμο «αχ». Είναι η Λούκια –που μ’ έκανε να εγκαταλείψω ένα άλλο μυθιστόρημα στη μέση, γιατί το αποζητούσε η ίδια η εποχή, αφού αδυνατούσα σε κείνο το χειρόγραφο να «φωτογραφήσω» την παρανοημένη Ελλάδα που βιώνουμε άπαντες- που ‘χει μάθει να δουλεύει από μικρή, όντας άξιο παιδί της αστικής ζώνης, και πριν το τέλος του 2ου βιβλίου μου, την έχω καλοπαντρέψει στα βόρεια προάστια της Αθήνας, που δεν έχουν και τη σφιχτότερη σχέση με την έννοια εργασία ή αντοχή. Η Λούκια λοιπόν, θα σηκώσει μανίκια, επιστρέφοντας 12 χρόνια μετά στο κέντρο της πόλης, αναλαμβάνοντας πρώην υποκατάστημα γαλλόφωνων συμφερόντων τραπέζης. Θα δώσει ζωή στο εγκαταλειμμένο μαρμαροεπενδυμένο μαγαζί, θα σηκώσει την ταμπέλα «η Περήφανη Ελλάδα». Πουλώντας παραδοσιακά προϊόντα, θα τη συναντήσουμε στα διετή γενέθλια του καταστήματος, που ξαναδίνει φως στην  περιοχή και οικονομική επάρκεια κι εσωτερικήγαλήνη ξανά, στο δικό της σπιτικό.

Ο χρόνος… μετά τα δεκαοκτώ σας χρόνια μέχρι το τελευταίο σας βιβλίο!
Δεν έπαψα ποτέ να αισθάνομαι και να πράττω σαν γνήσια σκεπτόμενος Βορειοελλαδίτης, όπως κι αν τ’ αντιλαμβάνεται κανείς αυτό. Με την παιδική μου γραφομηχανή και τις αγαπημένες μου μουσικές, ξεκίνησα από την Μακεδονία το ’89 για να σπουδάσω υποκριτική, θέλοντας να
προσεγγίσω την ανθρώπινη ψυχή μέσα από το θέατρο, όπου και δούλεψα σαν επαγγελματίας για περισσότερα από 15 χρόνια. Αλλά η λογική του μισθού και του ενσήμου, μ’ έφερε ξανά κοντά στα μαγικά μου πλήκτρα. Κι η ιστορία της προσέγγισης της ανθρώπινης ψυχής, όσο κι η απελευθέρωση του δικού μου θυμικού, πέρασε μέσα από ένα πληκτρολόγιο, όπως ακριβώς είχα μάθει να κάνω ασυνείδητα από παιδί…

Πως φέρεστε στο χρόνο και στις υποδιαιρέσεις του και πως θεωρείτε πως σας φέρεται αυτός;
Δεν αναγνωρίζω το χρόνο σαν έννοια χειροπιαστή, ούτε σαν οφειλέτης του νιώθω, ούτε σαν ευεργετημένος απ’ αυτόν. Ακολουθώ την τάξη των ωροδεικτών, μόνο και μόνο για να ‘μαι συνεπής στα όνειρά μου. Ο χρόνος δε μου φέρθηκε στην ενήλικη ζωή μου μ’ ευγένεια. Όλα χρειάστηκε να κερδηθούν βήμα το βήμα, αγωνία την αγωνία, μ’ εσάνς από ασφυξία για το απραγματοποίητο. Αλλά τα τελευταία τρία χρόνια, κάτι μου ψιθυρίζει ότι αντιλήφθηκε την αδικία κι επανορθώνει σε κάθε επίπεδο: από τις τρίσβαθές μου σκέψεις, ως τη σφριγηλότητα της επιδερμίδας μου.

Είστε και εκδότης… Να μη το λησμονούμε αυτό εμείς οι συγγραφείς! Με ποιο κριτήριο λοιπόν ένας συγγραφέας απορρίπτει το βιβλίο ενός άλλους συγγραφέα; Κρίνει σύμφωνα με τα δικά του αισθητικά κριτήρια ή με καθαρά εμπορικά – αισθητικά κριτήρια;
Η εκδοτική μας πλεύση δεν έχει σε καμιά περίπτωση εμπορικό χαρακτήρα, ιδιότητα συντηρούμε στα δύσκολα χρόνια, χωρίς να παράγουμε μαύρες οικονομικές τρύπες. Χρειάστηκα καιρό να ελέγξω το θυμικό μου σε ποιο βαθμό είμαι γω ο ίδιος ικανός να επιλέξω πρόσωπα –κυρίως- αλλά και χειρόγραφα. Τελικά αποφάσισα να το κάνω από κοινού με συνεργάτη μου, που παίρνει κι αυτή το χρίσμα της συγγραφέως αυτόν τον μήνα. Αλλά μήπως τελικά είναι πιο απλό και ομαλό, να επιλέγουν άνθρωποι που έχουν να κάνουν με τον λόγο κι όχι απλοί εργολάβοι-έμποροι ή διακινητές
βιβλίων;
Υπάρχουν βιβλία που απορρίψατε και αυτά κυκλοφόρησαν μετά από κάποιο χρονικό διάστημα από έναν άλλον εκδοτικό οίκο; Κι αν υπάρχουν… πως αισθανθήκατε;
Σε πολλές απ’ αυτές τις δικές μου «αρνήσεις» ήμουν ο πρώτος τη τάξει καλεσμένος, το πιο δυνατό τους χειροκρότημα. Γιατί υπήρξαν και είναι για μένα φίλοι, άσχετα αν αποφάσισα πως δε ταιριάζουν στο δικό μας εκδοτικό πλαίσιο. Έχεις ανάγκη από εγκράτεια, του να μη μπεις στη διαδικασία να εκδίδεις τους φίλους σου, χωρίς επιλογή. Εγώ έκρινα –κατά την ταπεινή μου πάντα γνώμη, όπως λέμε και σπάνια το εννοούμε- ότι τα χειρόγραφά τους έχρηζαν επανεξέτασης, στον «Άνεμο» φαντάσου ότι κάθε άρνηση, παίρνει πλήρες μέιλ στο πού πρέπει να ξανασταθεί ο συγγραφέας. Με αίσθημα ευθύνης προχωράμε,  έτσι η λύπη για τη μη προσχώρηση παραμένει λύπη, την ίδια στιγμή που η έκδοση ενός βιβλίου αγαπημένου φίλου/ης παραμένει το ίδιο ακέραια.

Να γίνω λιγάκι κακός απέναντί σας; Ο συχωρεμένος ο παππούς μου έλεγε πως δε χωράνε πολλά καρπούζια κάτω από την ίδια μασχάλη. Εγώ μερικώς… διαφωνώ με την παραπάνω ρήση. Οφείλω όμως να σας το ρωτήσω ευθέως… Στην καθημερινότητά σας πως τα καταφέρνετε με τόσα πράγματα στο κεφάλι σας; Αν είχατε λιγότερες ευθύνες, μήπως περνούσατε καλύτερα;
Αν δεν ήμουν συμπράττης κι υπεύθυνος εκδόσεων στον «Άνεμο», θ’ αναγκαζόμουν να πουλάω μπλουζάκια, ηλεκτρικές συσκευές ή σκουλαρίκια ενδεχομένως, χάριν της επιβίωσης. Η τριβή μου μέσα από τις εκδόσεις μ’ έβαλε πιο βαθιά στο χώρο της διανομής και των τυπογράφων. Αυτό, μόνο «άνεμο» στο δικό μου/μας όνειρο μπορεί να δώσει με τρόπο καλύτερο. Η κούραση δε μετριέται, αλίμονο. Αλλά τα αγαθά αποκτώνται με κόπους, συχνά μη μετρήσιμους σ’ ένταση. Αλλά μόνον έτσι πατάμε γερά και σταθερά, χαμογελάμε πιο σίγουροι στο φως, που έρχεται απ’ το μέλλον.

Μου έρχονται να σας ρωτήσω πράγματα… που σε άλλους δε θα ρωτούσα ποτέ. Μάλλον καλό είναι αυτό! Στον έρωτα, στο πάθος, στις έξεις… βάζουμε τελεία, κόμμα, παύλα, ερωτηματικό, θαυμαστικό ή τις γνωστές… τρεις τελείες;
Σηκώνει μεγάλη κουβέντα μια τέτοια ερώτηση στ’ αλήθεια. Αλλά δε θ’ απαντούσα σε τέτοια ανθρώπινα πάθη με σημεία στίξης, θ’ απαντούσα μονολεκτικά με τη λέξη ελευθερία, αρκεί να μη λησμονάμε στιγμή τον αυτοσεβασμό μας. Γιατί έρωτες, πάθη και έξεις –αυτό κι αν δε σηκώνει κουβέντα- θα υπάρξουν στη ζωή μας άπειρες Γιάννη και Τάσο όμως, έχουμε έναν για τον καθένα μας.

Μιλήστε μου για τα όρια…
Τα όρια για μένα είναι το ειδικό ιερό κλειδί με το οποίο αντιμετωπίζουμε την ίδια τη ζωή. Άλλοτε είναι χρήσιμο να ξεπερνιούνται για ν’ ανεβαίνουμε ψηλότερα. Άλλες φορές πάλι είναι απαραίτητα  διατηρούμε εαυτόν εντός τους, προκειμένου να ‘μαστε ασφαλείς.

Πουλήσατε ανθρώπους ή ιδέες για να πετύχετε κάποιους από τους στόχους σας; Κι αν εσείς είστε τόσο «καλό παιδί» και δεν πουλήσατε… σας πούλησαν οι άλλοι;
Δεν είμαι καλό παιδί, τουλάχιστον όχι για όλους. Η αλήθεια απλά συχνότερα με συμφέρει και την προβάλλω, έτσι μεγάλωσα, έτσι συνεχίζω.
Οι άλλοι, οι μη επικροτούντες τη διαφορά μας στις εκδόσεις των βιβλίων, ας κοιτάξουν τίνος κατηγορία ζωή και καριέρα έχουν στα χέρια τους. Κι ας συνεχίσουν να μιλάνε κακόβουλα ή αδιάφορα για μας, σε μια τέτοια μεταξύ τρίτων συνομιλία, οι ίδιοι είναι το κύριο θέμα, εμείς απλά η αφορμή. Κι ας μας έχουν πολλάκις βοηθήσει να στεκόμαστε ακόμα πιο δυνατοί και πιο ακέραιοι…
Πείτε μου κάτι… που θα εκθέσει τον εαυτό σας! Να το διαβάζετε μετά
από μέρες και να σας ξενίζει αυτή η ειλικρίνεια της στιγμής! Την θέλω και μια αυτοέκθεση από τον Γιάννη Φιλιππίδη…



Κι αύριο να το δω γραμμένο, δε θα μ’ ενοχλήσει, ειλικρινά μιλάω. Δε μ’ αρέσει να χαϊδεύω το κοινό, ούτε και το ‘κανα ποτέ σα Γιάννης. Σα λαός δηλώνω ότι είμαστε ημιμαθείς. Διαλέγουμε βιβλία βάσει των υποτιθέμενων «ευπωλήτων», είναι το άλλοθι της ημιμάθειάς μας να ‘χουμε σίγουρα διαβάσει τον «Κώδικα ντα Βίντσι» ή το «Νησί», ρίχνοντας στις καλένδες οριστικά πλήθος Ελλήνων συγγραφέων, που πεινούν κυριολεκτικά για να συμβάλλουν στην έκδοση ενός παναξιολογότατου βιβλίου. Μας εθίζουν στην αμάθεια. Αλλά αιώνες ιστορίας θα ‘πρεπε να ‘χανε διδάξει μέχρι και τα ίδια μας τα χρωμοσώματα, ν’ αντιδρούν. Δεν το κάνουμε. Μου λένε συχνά ότι «μα, ο κόσμος τώρα με την κρίση στρέφεται στην τέχνη…» Τι ν’ απαντήσω; Ότι ο Έλληνας δεν έχει μάθει να πληρώνει ΚΑΝ μια φορά το πνευματικό δικαίωμα ενός δημιουργού ή ότι η στροφή στην τέχνη είναι μια βραδιά στο πιο μπαλαφαρέ θεατρικό έργο, που «τρέχει» στη δημοσιότητα;



Επικοινωνιακός, ταλαντούχος, επιτυχημένος! Τα έχετε και τα τρία… Ευτυχισμένος; 
Δεν ξέρω τι απ’ όλα όσα αναφέρεις είμαι και σε ποιο βαθμό. Κι υπάρχουν στιγμές εσωτερικών καταπτώσεων, ψεύτης δε θα σταθώ. Αλλά ζω μια εποχή, κατά την οποία ενόσω άλλοι καταστρέφονται, εγώ δρέπω τ’ αποτελέσματα των κόπων και των ονείρων μου ολάνθιστα, εκεί η λέξη ευτυχία, στέκεται λίγη, γιατί αυτό που νιώθω είναι αληθινή μαγεία για όσα δεν αισθανόμουν ικανός ότι θα έπραττα ποτέ.
Μια αγαπημένη φράση…
«Αν δε κοιτάς εκεί που θες να πας, κινδυνεύεις να πας εκεί που κοιτάς…»

Η φιλοσοφία σας για το άγνωστο του θανάτου…

Βίωσα στο χαμό και τις ανίατες νόσους το θάνατο σα φόβο, απόγνωση, τερματισμό. Το τραύμα μ’ έκανε να μην ασχολούμαι μαζί του σε φιλοσοφικό επίπεδο, προτίμησα να επενδύσω συλλογιζόμενος τη δεδομένη αξία της ζωής. Τα μεταφυσικά, τ’ αφήνω για όσους έχουν παραπανίσιο ελεύθερο χρόνο στην Κάθε μέρα τους. Κι μόνη ακέραια σκέψη που Κάνω γι αυτόν, είναι η παράκληση ν’ αργήσει να χτυπήσει την πόρτα, τόσο τη δική μου, όσο και των ανθρώπων που αγαπάω πολύ.
Έκδοση ή αυτοέκδοση, κύριε Φιλιππίδη; 
Multichoice κατάσταση. Ξεκινήσαμε με τα δικά μου βιβλία αλλά δεν κολλήσαμε εκεί: με περισσότερους από 25 δημιουργούς πια στους καταλόγους και τα συμβόλαιά μας, ο «Άνεμος» (www.anemosekdotiki.gr), είναι πια μια οντότητα που φέρει το δικό της ιστορικό βάρος.



Υστεροφημία, λανθάνων ναρκισσισμός, τελειομανία: ακούω τις αλήθειες από τον Γιάννη Φιλιππίδη!

Η έννοια «υστεροφημία» μ’ αφήνει παγερά αδιάφορο, έχοντας χάσει σε λιγότερο από ένα χρόνο τον πατέρα μου –που δόξασε τ’ ονοματεπώνυμό του- μέσα σ’ ένα χρόνο από ανελέητο μαστίγωμα καθολικών μορφών καρκίνου, μόλις δέκα χρόνια παραπάνω απ’ όσα είμ’ εγώ τώρα. Το ναρκισσισμό ωστόσο, όπως και την τελειομανία, θα τους αποδεχτώ σα στοιχεία του χαρακτήρα μου, μοιραζόμενούς τους με κάθε καλλιτέχνη, ή όποιον παλεύει κι αισθάνεται σα τέτοιος.



Περί φιλίας και τελειώσαμε… 
Πολλές φορές επαναλαμβάνω μια δική μου αυτοσχέδια ρήση: πως ένας άνθρωπος σαν εμένα μέσα στη διάρκεια κάποιων χρόνων, ίσως σταθεί άξιος να γνωρίσει έναν προς έναν, ένα εκατομμύριο #ακλάκες ή αδιάφορους για τα αισθήματά του ανθρώπους. Πέντε απ’ αυτούς, θα συμβεί –κατ’ εμέ- να τον διασώσουν πολλές φορές. Αυτό με δίδαξε η ίδια η ζωή στην πράξη της ως τα τώρα…

Μπορείτε να έρθετε πιο κοντά στο συγγραφέα Γιάννη Φιλιππίδη και τον «Άνεμο» μέσα από τις παρακάτω διευθύνσεις:
http://yannis-filippidis.blogspot.gr/

Τάσος Αγγελίδης - Γκέντζος,  για την Kulturosupa.