της Μίνας Παπανικολάου
- Της έτυχε κάτι “σπάνιο” τόσο “σπάνιο” σαν να κέρδισε τον πρώτο λαχνό- (Αλεξάνδρα η μητέρα).
- “ Ούτε καν στον ύπνο μου δεν ήρθες”- για τον Μάρκο και τις στιγμές που γράφει στον υπολογιστή της-( Αννα η κόρη)
- Έλα μια στιγμή, να’μαι μαζί σου: “να ορίσω εξουσία” -(Η Άννα για τον Μάρκο)
- Το ζωντανό χωμάτινο πηλό που χτίζει τους ανθρώπους και μια φορά στις τόσες ανακατεύει στις μορφές τους, μια στάλα λαμπερή αστερόσκονη..(Η Αλεξάνδρα για τη ζωή)
- Για τον έρωτα: είναι το μεράκι του Θεού- (Αννα)
- Μην πυροβολήσεις ποτέ ουρανό. Χαμηλά στον ουρανό κρύβονται Άγγελοι- (Αννα)
- Το χέρι της Αλεξάνδρας έκρυβε το δικό της λαχνό: «θα ζήσεις πολύ και θα ερωτευθείς πολύ, με τη δύναμη που έχουν δύο καρδιές»- (η Μοίρα της Αλεξάνδρας).
- Ο Μάρκος, ο φίλος, ο κολλητός της Άννας, ο φύλακας της Τράπεζας που έτρεξε να την κυνηγήσει και βρέθηκε απέναντι στα μάτια του υπνωτισμένη- (το στόρυ εν ολίγοις-η Άννα σε στιγμές περισυλλογής)
- Ο τρόπος που γνωρίστηκαν με σοκάρισε, ήταν καρμικός θα λέγαμε. Σαν από ταινία δράσης με μια δόση ΕΛ Πάσο ή απλά μια δόση Αχαρνών, Εξαρχείων ή Πάρκου Κατερίνης τη νύχτα και Σέιχ Σου, μέρα και νύχτα. Τα χρήματα σκορπίζονται στο παγκάρι της εκκλησίας κι ο Μάρκος χαμένος στα μάτια της. Έτρεχε να ξεφύγει η Άννα αλλά το σώμα της γύρισε αντίθετα πια τη στιγμή που τον "είδε".Έτρεχε προς το μέρος του.
- Η Λαμπρινή αδερφή του πατέρα της Αλεξάνδρας δεν ήθελε το γάμο του αδερφού της με την Αλεξάνδρα. Δήθεν θρήσκα αλλά στραγγισμένη από αγάπη. Σημαδεμένη αλλά επιμελής το έκρυβε χρόνια, κανείς δεν το κατάλαβε για χρόνια. Κοσμοκαλόγρια, που εκκλησιαζόταν καθημερινά αλλά δεν είχε κοινωνήσει ποτέ… Αναρχική, αιρετική. Δεν επιθυμούσε το γάμο του αδερφού της με την Αλεξάνδρα, ούτε το δικό της γάμο επιθύμησε ποτέ πραγματικά.
- Ο πατέρας ανύπαρκτος, καταστροφικός, εγωπαθής..Έφυγε με τη "άλλη"...
- Χρόνια τα νεαρά μάτια της Άννας έψαχναν ψηλά να βρούνε τον Θεό. Στις μέρες της αγρυπνίας, της αναζήτησης των αναπάντητων “γιατί”…
- Πως έζησε, πως αγάπησε, πως είδε τον κόσμο η Αλεξάνδρα; Μόνη στο τέλος της ζωής της, μα και σχεδόν πάντα-εκτός από τότε που αγάπησε κι αγαπήθηκε για λίγο απ΄τον άντρα της-η Αλεξάνδρα αναρωτιέται, κλαίει, θρηνεί, πότε βουβά πότε ανελέητα προς τη μοίρα της, βρίζοντάς την. Θα αγαπάς για δύο, θα πονάς για δύο, θα ζεις για δύο. Πως είναι τα απογεύματα των μοναχικών άραγε; Πως είναι να περνά η ζωή δίπλα σου, πάνω σου, χωρίς εσένα;
- Πώς έζησε αλλά ευτυχώς αγαπήθηκε τρελά η Άννα; Η Άννα ερωτεύεται τον Μάρκο. Το καταλάβαμε, έτσι. Πόσο; Τόσο ώστε να αλλάξει τη ζωή της;
- Με πίστη και αφοσίωση σε κείνον έγραφε, έγραφε για κείνον πριν βρεθεί μαζί του ερωτικά, πριν γίνει γυναίκα του, πριν «φύγει».
Μνήμες καταγράφονται θαρρώ, ανάμεικτες με αλήθειες, μυστικά και όνειρα παιδικά κι αργότερα ενήλικα. Βίοι παράξενοι και συνήθεις ταυτόχρονα. Μα δεν κρατώ μυστικό πως η Άννα είναι που “φταίει” για την πλοκή του μυθιστορήματος. Φταίει χωρίς εισαγωγικά η παιδιάστικη φαντασία της, ο ηρωισμός που ξαφνικά φανερώθηκε ένα πρωί στα παιδικά της μάτια. Να γίνει μάνα και πατέρας και Θεός και λυτρωτής όλων, ζώντας στα όρια, στο φτερό του ανέμου, μια ζωή με ρίσκο την ίδια τη ζωή της. Δεν ξέρω αν κρατώ μυστικά, μα στο βιβλίο που κρατώ η Ψυχή δεν ξέρει από μυστικά ούτε από ρίσκα. Έχει το δικό της κώδικα τιμής. Τιμή της είναι η αιώνια αξία του έρωτα, του πάθους, της αυτοθυσίας, της τρέλας, της πεποίθησης πως το μέσο αγιάστηκε από το σκοπό. Για να ζήσει η μάνα, για να ζήσει όσο το δυνατόν καλύτερα η δίδυμη ψυχή της ξαδέλφης της, για να ζήσει το παιδί που επιμελώς κρύβει μέσα του το αγοροκόριτσο, η Άννα των Μυστικών.
- Κρατάς μυστικό Μάρκο; Είμαι λίγο τρελή μα σ’αγαπώ.
Ποια συντρίμμια συνθέτουν τον ψυχισμό της Άννας; Αδιαπραγμάτευτη η αγάπη της, αδιαπραγμάτευτο το πάθος της (η γυναίκα ληστής και Ρομπέν των Δασών της Αθήνας), αδιαπραγμάτευτη η προσφορά της για κείνους που βρίσκονται σε ανάγκη. Το μόνο που ζήτησε είναι η αγάπη του Μάρκου και η λατρεία του. Ποια συντρίμμια της Αλεξάνδρας συνθέτουν την ύπαρξή της; Η αγάπη της για τον άνδρα της και μετά τίποτα; Θρήνος και ανυπαρξία; Αυτό ήταν όλο;
- Να σου πω ένα μυστικό; Αν αγαπήσεις, θα΄ναι για πάντα, θα προστεθεί στο σώμα σου ένα κομμάτι του άλλου. Τίποτα δεν χάνεις. Μόνο ένα κομμάτι του Εγώ σου. Που πάει και αγκαλιάζει το κομματάκι ψυχής που έλειπε στον άλλον. Στον απέναντι, τον τόσο σίγουρο για την ακεραιότητα της ύπαρξής του!!
- Σαν ύποπτοι ληστείας κι εντέλει ένοχοι, οι συνειρμοί κι οι ήρωες του Γ. Φιλιππίδη σε ένα μυθιστόρημα που δεν φείδεται ποιητικών επιρροών, εμπλουτισμένων κειμένων με εικόνες, διαλόγους ζωηρούς και κείμενα θεατρικά.Περιηγήθηκα σε Λουντεμικές επιροές και Ελυτικές περιγραφές..σχεδόν ένοιωσα τις μουσικές στο κύμα του γραπτού κειμένου του βιβλίου. Πείσμωσα προς το τέλος του μυθιστορήματος, θύμωσα μαζί του, μα δεν θα πω το μυστικό του, δεν θα πω το γιατί.
Με ταξίδεψε σε μια εποχή που γνώρισα καλά, σε γειτονιές που έζησα ως συνομήλικη της Άννας, ως αντιδραστικό κι «αναρχικό» αγοροκόριτσο. Τι καλά που δεν χρειάστηκε νάχω τα ίδια διλήμματα με κείνην!!Θεέ μου, τί καλά που έτυχε νάχω κάποια διλλήμματα ίδια με κείνη! Και είπα: ευτυχώς που κάποιες φορές λειτουργούμε άσκεφτα. Άσκεφτα; Αλήθεια;
- Καλοτάξιδο!!
Αναρτήθηκε από Μίνα Παπανικολάου
στις Παρασκευή, Απρίλιος 15, 2011
http://minapapanikolaou-thoughts-and-arts.blogspot.com
http://thoughts-and-arts.pblogs.gr
- Της έτυχε κάτι “σπάνιο” τόσο “σπάνιο” σαν να κέρδισε τον πρώτο λαχνό- (Αλεξάνδρα η μητέρα).
- “ Ούτε καν στον ύπνο μου δεν ήρθες”- για τον Μάρκο και τις στιγμές που γράφει στον υπολογιστή της-( Αννα η κόρη)
- Έλα μια στιγμή, να’μαι μαζί σου: “να ορίσω εξουσία” -(Η Άννα για τον Μάρκο)
- Το ζωντανό χωμάτινο πηλό που χτίζει τους ανθρώπους και μια φορά στις τόσες ανακατεύει στις μορφές τους, μια στάλα λαμπερή αστερόσκονη..(Η Αλεξάνδρα για τη ζωή)
- Για τον έρωτα: είναι το μεράκι του Θεού- (Αννα)
- Μην πυροβολήσεις ποτέ ουρανό. Χαμηλά στον ουρανό κρύβονται Άγγελοι- (Αννα)
- Το χέρι της Αλεξάνδρας έκρυβε το δικό της λαχνό: «θα ζήσεις πολύ και θα ερωτευθείς πολύ, με τη δύναμη που έχουν δύο καρδιές»- (η Μοίρα της Αλεξάνδρας).
- Ο Μάρκος, ο φίλος, ο κολλητός της Άννας, ο φύλακας της Τράπεζας που έτρεξε να την κυνηγήσει και βρέθηκε απέναντι στα μάτια του υπνωτισμένη- (το στόρυ εν ολίγοις-η Άννα σε στιγμές περισυλλογής)
- Ο τρόπος που γνωρίστηκαν με σοκάρισε, ήταν καρμικός θα λέγαμε. Σαν από ταινία δράσης με μια δόση ΕΛ Πάσο ή απλά μια δόση Αχαρνών, Εξαρχείων ή Πάρκου Κατερίνης τη νύχτα και Σέιχ Σου, μέρα και νύχτα. Τα χρήματα σκορπίζονται στο παγκάρι της εκκλησίας κι ο Μάρκος χαμένος στα μάτια της. Έτρεχε να ξεφύγει η Άννα αλλά το σώμα της γύρισε αντίθετα πια τη στιγμή που τον "είδε".Έτρεχε προς το μέρος του.
- Η Λαμπρινή αδερφή του πατέρα της Αλεξάνδρας δεν ήθελε το γάμο του αδερφού της με την Αλεξάνδρα. Δήθεν θρήσκα αλλά στραγγισμένη από αγάπη. Σημαδεμένη αλλά επιμελής το έκρυβε χρόνια, κανείς δεν το κατάλαβε για χρόνια. Κοσμοκαλόγρια, που εκκλησιαζόταν καθημερινά αλλά δεν είχε κοινωνήσει ποτέ… Αναρχική, αιρετική. Δεν επιθυμούσε το γάμο του αδερφού της με την Αλεξάνδρα, ούτε το δικό της γάμο επιθύμησε ποτέ πραγματικά.
- Ο πατέρας ανύπαρκτος, καταστροφικός, εγωπαθής..Έφυγε με τη "άλλη"...
- Χρόνια τα νεαρά μάτια της Άννας έψαχναν ψηλά να βρούνε τον Θεό. Στις μέρες της αγρυπνίας, της αναζήτησης των αναπάντητων “γιατί”…
- Πως έζησε, πως αγάπησε, πως είδε τον κόσμο η Αλεξάνδρα; Μόνη στο τέλος της ζωής της, μα και σχεδόν πάντα-εκτός από τότε που αγάπησε κι αγαπήθηκε για λίγο απ΄τον άντρα της-η Αλεξάνδρα αναρωτιέται, κλαίει, θρηνεί, πότε βουβά πότε ανελέητα προς τη μοίρα της, βρίζοντάς την. Θα αγαπάς για δύο, θα πονάς για δύο, θα ζεις για δύο. Πως είναι τα απογεύματα των μοναχικών άραγε; Πως είναι να περνά η ζωή δίπλα σου, πάνω σου, χωρίς εσένα;
- Πώς έζησε αλλά ευτυχώς αγαπήθηκε τρελά η Άννα; Η Άννα ερωτεύεται τον Μάρκο. Το καταλάβαμε, έτσι. Πόσο; Τόσο ώστε να αλλάξει τη ζωή της;
- Με πίστη και αφοσίωση σε κείνον έγραφε, έγραφε για κείνον πριν βρεθεί μαζί του ερωτικά, πριν γίνει γυναίκα του, πριν «φύγει».
Μνήμες καταγράφονται θαρρώ, ανάμεικτες με αλήθειες, μυστικά και όνειρα παιδικά κι αργότερα ενήλικα. Βίοι παράξενοι και συνήθεις ταυτόχρονα. Μα δεν κρατώ μυστικό πως η Άννα είναι που “φταίει” για την πλοκή του μυθιστορήματος. Φταίει χωρίς εισαγωγικά η παιδιάστικη φαντασία της, ο ηρωισμός που ξαφνικά φανερώθηκε ένα πρωί στα παιδικά της μάτια. Να γίνει μάνα και πατέρας και Θεός και λυτρωτής όλων, ζώντας στα όρια, στο φτερό του ανέμου, μια ζωή με ρίσκο την ίδια τη ζωή της. Δεν ξέρω αν κρατώ μυστικά, μα στο βιβλίο που κρατώ η Ψυχή δεν ξέρει από μυστικά ούτε από ρίσκα. Έχει το δικό της κώδικα τιμής. Τιμή της είναι η αιώνια αξία του έρωτα, του πάθους, της αυτοθυσίας, της τρέλας, της πεποίθησης πως το μέσο αγιάστηκε από το σκοπό. Για να ζήσει η μάνα, για να ζήσει όσο το δυνατόν καλύτερα η δίδυμη ψυχή της ξαδέλφης της, για να ζήσει το παιδί που επιμελώς κρύβει μέσα του το αγοροκόριτσο, η Άννα των Μυστικών.
- Κρατάς μυστικό Μάρκο; Είμαι λίγο τρελή μα σ’αγαπώ.
Ποια συντρίμμια συνθέτουν τον ψυχισμό της Άννας; Αδιαπραγμάτευτη η αγάπη της, αδιαπραγμάτευτο το πάθος της (η γυναίκα ληστής και Ρομπέν των Δασών της Αθήνας), αδιαπραγμάτευτη η προσφορά της για κείνους που βρίσκονται σε ανάγκη. Το μόνο που ζήτησε είναι η αγάπη του Μάρκου και η λατρεία του. Ποια συντρίμμια της Αλεξάνδρας συνθέτουν την ύπαρξή της; Η αγάπη της για τον άνδρα της και μετά τίποτα; Θρήνος και ανυπαρξία; Αυτό ήταν όλο;
- Να σου πω ένα μυστικό; Αν αγαπήσεις, θα΄ναι για πάντα, θα προστεθεί στο σώμα σου ένα κομμάτι του άλλου. Τίποτα δεν χάνεις. Μόνο ένα κομμάτι του Εγώ σου. Που πάει και αγκαλιάζει το κομματάκι ψυχής που έλειπε στον άλλον. Στον απέναντι, τον τόσο σίγουρο για την ακεραιότητα της ύπαρξής του!!
- Σαν ύποπτοι ληστείας κι εντέλει ένοχοι, οι συνειρμοί κι οι ήρωες του Γ. Φιλιππίδη σε ένα μυθιστόρημα που δεν φείδεται ποιητικών επιρροών, εμπλουτισμένων κειμένων με εικόνες, διαλόγους ζωηρούς και κείμενα θεατρικά.Περιηγήθηκα σε Λουντεμικές επιροές και Ελυτικές περιγραφές..σχεδόν ένοιωσα τις μουσικές στο κύμα του γραπτού κειμένου του βιβλίου. Πείσμωσα προς το τέλος του μυθιστορήματος, θύμωσα μαζί του, μα δεν θα πω το μυστικό του, δεν θα πω το γιατί.
Με ταξίδεψε σε μια εποχή που γνώρισα καλά, σε γειτονιές που έζησα ως συνομήλικη της Άννας, ως αντιδραστικό κι «αναρχικό» αγοροκόριτσο. Τι καλά που δεν χρειάστηκε νάχω τα ίδια διλήμματα με κείνην!!Θεέ μου, τί καλά που έτυχε νάχω κάποια διλλήμματα ίδια με κείνη! Και είπα: ευτυχώς που κάποιες φορές λειτουργούμε άσκεφτα. Άσκεφτα; Αλήθεια;
- Καλοτάξιδο!!
Αναρτήθηκε από Μίνα Παπανικολάου
στις Παρασκευή, Απρίλιος 15, 2011
http://minapapanikolaou-thoughts-and-arts.blogspot.com
http://thoughts-and-arts.pblogs.gr