«Ο
εραστής, η μέλισσα κι ένα μικρούλι αχ», είναι ένα πολυπρόσωπο μυθιστόρημα, που
αρχίζει σε μια μικρή γειτονιά της Αθήνας, σε μια γειτονιά εναλλακτικής
καθημερινότητας, απ’ όπου ξεκινούν εικόνες «αυστηρά κλειστές» και ζητούν από
τον αναγνώστη να τις αντιγράψει και να τις κυκλοφορήσει.
Η ιστορία
διαπλέκεται στην Αθήνα του 1999, κατά τη διάρκεια και μετά από το σεισμό της
Πάρνηθα, όμως η αινιγματική αρχή του περικυκλώνει πολύ περισσότερο χρόνο που
μετριέται με το πριν και το μετά, με το πάντα και το τίποτα, με τον ήχο μιας
καρδιάς.
Η πλοκή του
βιβλίου δεν είναι παρά η βιωμένη καθημερινότητα που ζει κάθε σημερινός άνθρωπος
και η σχέση του με τους άλλους, μια καθημερινότητα-«πραγματικότητα» με
αδιανόητες προεκτάσεις. Η γειτονιά απ’ όπου ξεκινούν οι ήρωες, παίρνει τις
διαστάσεις ενός θεατρικού έργου, όπου το κάθε πρόσωπο γυρεύει τη δική του
μυθολογία με συνεχείς εναλλασσόμενους διαλόγους.
Την
παρουσία του σκηνικού, τη βλέπουμε σε όλη τη διάρκεια που εκτυλίσσεται η
ανάγνωση του βιβλίου.
Οι
ήρωες του Γιάννη Φιλιππίδη, είναι τοποθετημένοι μέσα σε τούτα τα σκηνικά,
άλλοτε με τον πόνο μιας στιγμής, άλλοτε με το κοφτό λαχάνιασμα ή πετάγονται σε
χρόνο ανύποπτο κρυφά έξω από την ιστορία, εμπλουτίζουν την αφήγηση και
δημιουργούν ενδιαφέρον στον αναγνώστη να ξηλώσει πόντο πόντο τις ιστορίες από
τις περιστάσεις του συνόλου, να βγάλει τα πρόσωπά τους αργότερα στο δωμάτιο και
να τους μιλήσει ακριβώς όσα κι ο ίδιος έζησε και ζει.
Ίσως και να ‘ναι το
ράμφισμα στο εξώφυλλο του βιβλίου, εκείνο το μικρούλι αχ, τόσο τέλεια βαλμένο
σαν ιδέα, που λειτουργεί και καθοδηγεί τον αναγνώστη να ανταγωνιστεί την
προεικασία της κίνησης των ηρώων με μια ασύνειδη εμμονή, να ξαναπιάσει απ’ την
αρχή όλες τις σκέψεις που συνέλαβε ο συγγραφέας και να τους δώσει το δικό του
λόγο.
Ακόμα και με τα
τόσα ονόματα που συναντά ο αναγνώστης, να θελήσει να αναλύσει το ένα μετά το άλλο τα ονόματα, πιθανόν
να αρχίσει μια αντιπαράθεση στις έννοιές τους.
Ο
συγγραφέας, αν και φαίνεται πως είναι απαλλαγμένος και άτρωτος στα συμβάντα των
ηρώων του, ενώ συλλέγει τις ζωντανές εξομολογήσεις άλλων, κλείνοντας το βιβλίο
είχα τη βεβαιότητα, σχεδόν αναγνώρισα τη θέση του Γιάννη, σε τούτη την ιστορία
με τη γειτονιά των κλυδωνισμών, άγγισα τις αναμνήσεις του αίματος που
μετατόπισε στους ήρωές του.
Η αφηγηματική
τεχνική του Γιάννη Φιλιππίδη, έχει ένα ιδιαίτερο ύφος, διακριτό, με μια μορφή
που προσιδιάζει στο μοντερνισμό. Χωρίς ίσως παθιασμένες αναζητήσεις, ωστόσο
αδειάζοντας όλα τ’ απωθημένα των ανθρώπων στα κείμενά του, τον έρωτα, το
θάνατο, τις εύθραυστες σχέσεις με τα παιδιά, φαίνεται πως έχει αφομοιώσει όλες
τις μεθόδους της σύγχρονης συγγραφικής.
Θα προσέξετε
πόσο εύκολα χειρίζεται ο Γ. Φιλιππίδης τους διαλόγους. Αποδεικνύει, ότι
πρόκειται για ένα σταθερό πειρασμό του συγγραφέα, μπορούμε να πούμε για ένα
λογοτεχνικό προορισμό.
Με μια
επιπόλαιη ματιά, θα μπορούσε να θεωρηθεί ότι δεν παρουσιάζει δυσκολίες ως προς
την ανάγνωσή του το βιβλίο, έτσι όπως καταχωρούνται οι επιμέρους ιστορίες των
ηρώων του, όμως τελικά οι διάλογοι περνούν στο πεδίο της λογοτεχνικής
μεταμόρφωσης απροσχημάτιστοι.
Κατερίνα
Κατσίρη
http://aoratatopia.blogspot.com/